Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2017

ΑΤΑΤΟΥΡΚ Ο τζιχαντιστής που κατέστρεψε τη Σμύρνη

ΚΗΡΥΞΕ ΜΕ ΣΦΟΔΡΟΤΗΤΑ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΠΟΛΕΜΟ ΚΑΤΑ ΤΩΝ «ΑΠΙΣΤΩΝ»

Το τέλος του Ελληνοτουρκικού πολέμου τον Αύγουστο του 1922 υπήρξε το επιστέγασμα μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου που ξεκίνησε το 1908 στη Θεσσαλονίκη, με την κατάληψη της οθωμανικής εξουσίας από τη νεοτουρκική ακροδεξιά, και οδήγησε στην αιματηρή μετατροπή του μεγαλύτερου μέρους της Αυτοκρατορίας σε τουρκικό έθνος-κράτος

«Πήγαμε λίγο πιο έξω, φρίκη! Βρεθήκαμε σε μια χαβούζα (σ.σ. μεγάλο ανοιχτό λάκκο). Γύρω γύρω, στα χείλια της χαβούζας σπαρταρούσαν κορμιά, και μέσα η χαβούζα ήταν γεμάτη κεφάλια. Επαιρναν όποιον έπιαναν, τον πήγαιναν στην άκρια της χαβούζας, έκοβαν το κεφάλι και το έριχναν μέσα στη χαβούζα και τα κορμιά τα άφηναν να σπαρταρούν γύρω γύρω. Ηταν φοβερό. Οσοι το είδαν τρελάθηκαν. Το τρελοκομείο γέμισε από τρελούς σαν ήρθαμε. Εκεί σ' αυτό το μέρος χάσαμε και τον πατέρα μου...»

(Μαρτυρία Ελένης Καραντώνη για τη σφαγή της Σμύρνης -από το δίτομο «Εξοδος» του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών)
Το κόψιμο των κεφαλιών των αντιπάλων υπήρξε μια αγαπημένη μέθοδος που ουδόλως είχε προκαλέσει τέτοια αγανάκτηση σε παλαιότερους καιρούς. 
Οι Δυτικοί, όπως και οι Σοβιετικοί, με ικανοποίηση είδαν τον Σεπτέμβρη του '22 το αιματηρό -μεσαιωνικού τύπου- τέλος του πολέμου στην Ανατολή, εφ' όσον ικανοποιούσαν τα οικονομικά και γεωπολιτικά τους σχέδια. Ουδεμία αντίδραση υπήρξε για τη σφαγή της Σμύρνης και όλης της ιωνικής παραλίας μετά τη νίκη των κεμαλικών επί του ελληνικού στρατού. 
Παρόμοια υπήρξε η αφωνία τους για τον αφανισμό των ελληνικών και αρμενικών κοινοτήτων του Πόντου και της Βιθυνίας, που είχε προηγηθεί. Ιδια ήταν και η αδιαφορία τους το 1915, όταν σε λίγους μήνες οι Νεότουρκοι εθνικιστές εξόντωσαν το ιστορικό αρμενικό έθνος.
Οι ευθύνες των Δυτικών για τις Γενοκτονίες που συνέβησαν στην Ανατολή περιγράφονται ξεκάθαρα από το μητροπολίτη Τραπεζούντος Χρύσανθο και αργότερα αρχιεπίσκοπο Αθηνών: 
«Με την ένοχη συμμετοχή δύο μεγάλων δυνάμεων της Δύσεως, της Γερμανίας και της Αυστρίας κατά τα έτη 1914-1918, εσφάγη από τους Νεότουρκους ολόκληρον έθνος, το Αρμενικόν, και εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων απεσπάσθησαν βιαίως των εστιών τους και απέθανον εις την εξορία. 
Με την ένοχη συμμετοχή των συμμαχικών Χριστιανικών δυνάμεων της Δύσεως κατά τα έτη 1919-1922, το εθνικό κίνημα των Τούρκων, υπό τον Μουσταφά Κεμάλ, συνεπλήρωσε το έργο των Νεοτούρκων».
Οσον αφορά το νεοελληνικό κόσμο και ειδικά το συντηρητικό, η εξοικείωσή του με τα κομμένα κεφάλια των αντιπάλων ήταν παλιότερα δεδομένη. Η πιο χαρακτηριστική επιβεβαίωση ήταν τα κομμένα κεφάλια του Αρη Βελουχιώτη και του Τζαβέλα, κρεμασμένα στην κεντρική πλατεία των Τρικάλων: «Γύρω από τα κρεμασμένα κεφάλια οι παρακρατικοί βάραγαν νταούλια και κέρναγαν από νταμιζάνες κρασί», γράφει ο Χαριτόπουλος. Η «τεχνική» αυτή κορυφώθηκε την περίοδο της Λευκής Τρομοκρατίας, που οδήγησε στον Εμφύλιο, όταν συγκροτήθηκαν οι παρακρατικές ομάδες των βασιλοφρόνων κυνηγών κεφαλών.
Ας επιστρέψουμε στην Ανατολή
Το τέλος του Ελληνοτουρκικού πολέμου τον Αύγουστο του 1922 υπήρξε το επιστέγασμα μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου που ξεκίνησε το 1908 στη Θεσσαλονίκη, με την κατάληψη της οθωμανικής εξουσίας από τη νεοτουρκική ακροδεξιά, και οδήγησε στην αιματηρή μετατροπή του μεγαλύτερου μέρους της Αυτοκρατορίας σε τουρκικό έθνος-κράτος. Τα θύματα αυτής της διαδικασίας ήταν οι χριστιανικοί πληθυσμοί (Ελληνες, Αρμένιοι, Ασσυροχαλδαίοι).
Κύριος πρωταγωνιστής της τελευταίας φάσης της σύγκρουσης (1919-1922) ήταν ο Μουσταφά Κεμάλ πασά. Ενας ευφυής εθνικιστής στρατιωτικός, μέλος της ακραίας οργάνωσης «Ενωση και Πρόοδος», που ευθυνόταν για τις Γενοκτονίες που είχαν διαπραχθεί την περίοδο του πολέμου.
Μετά την ήττα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Κεμάλ αποφάσισε να αυτονομηθεί, για να ανατρέψει προς όφελος του τουρκικού εθνικισμού τη μορφή που θα έπαιρνε ο μεταοθωμανικός κόσμος. Η συγκυρία βοήθησε την υλοποίηση των σχεδίων του. Ο φιλονεοτουρκικός αμοραλισμός του Λένιν, η αντιελληνική στάση των Ιταλών, αλλά και της Γαλλίας στη συνέχεια, η απόσυρση των ΗΠΑ από τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, συνδυασμένα με τις εσωτερικές συγκρούσεις του ελληνικού κόσμου, τη διάσπαση σε αντιπολεμικούς μοναρχικούς και επιπόλαιους βενιζελικούς, τον ντεφετισμό του παλαιοελλαδικού Κομμουνιστικού Κόμματος και τη ρατσιστική στάση της ελληνικής μοναρχίας απέναντι στους Ελληνες της Ανατολής, οδήγησαν σε μια απρόβλεπτη και συντριπτική Καταστροφή.Εικόνα από την πυρκαγιά της Σμύρνης, όπως φωτογραφήθηκε από τους απαθείς παρατηρητές των Δυτικών πλοίων που ναυλοχούσαν στο λιμάνι
Εικόνα από την πυρκαγιά της Σμύρνης, όπως φωτογραφήθηκε από τους απαθείς παρατηρητές των Δυτικών πλοίων που ναυλοχούσαν στο λιμάνιΟ κεμαλικός Τζιχάντ
Ο Μουσταφά Κεμάλ προερχόταν από το χώρο των κοσμικών Τούρκων εθνικιστών, που είχαν αποφασίσει από πολύ νωρίς να καταστρέψουν την πολυεθνική Οθωμανική Αυτοκρατορία και στη θέση της να οικοδομήσουν ένα τουρκικό έθνος-κράτος, απαλλαγμένο από τις μειονότητες. Κατά την αρχική περίοδο της αυτονόμησής του από την Υψηλή Πύλη (Μάιος 1919), οι σουλτανικοί θα τον χαρακτηρίσουν αρνησίθρησκο και αιρετικό και θα τον θέσουν εκτός του νόμου. 
Σ' όλη την Ανατολία θα ξεσπάσουν αντικεμαλικά κινήματα ως αντίδραση στη σκληρή φορολογία που επέβαλαν οι νέες κεμαλικές αρχές της Αγκυρας. Ως αντίδραση στις εξεγέρσεις αυτές, αλλά και στην απόρριψη από τη σουλτανική εξουσία, ο Μουσταφά Κεμάλ θα ενδυθεί υποκριτικά το ένδυμα του πιστού μουσουλμάνου.
Ο βιογράφος του Πολ Ντιμόντ αναφέρει: «Υστερα από την άφιξή του στην Ανατολία, προσπαθούσε να εμφανίζεται ως τέλειος μουσουλμάνος και να διατηρεί καλές σχέσεις με τους ανθρώπους της θρησκείας. Δημόσιες προσευχές και ιεροτελεστίες στα τεμένη συνόδευαν καθεμιά απ' τις μεγάλες στιγμές στην επαναστατική του πορεία. Σταδιακά κέρδισε πολυάριθμα στηρίγματα στους κόλπους του μουσουλμανικού ιερατείου...».
Στις 23 Απριλίου 1920 θα λάβει χώρα η εναρκτήρια συνεδρίαση της αυτοαποκαλούμενης εθνικιστικής Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης στην Αγκυρα. Η αίθουσα της συγκέντρωσης ήταν μακρόστενη, διακοσμημένη με τις πράσινες σημαίες του Ισλάμ και με στίχους από το Κοράνι. Πλάι στην κεντρική αίθουσα υπήρχε αίθουσα προσευχής με αναλόγια και τάπητες στραμμένα προς τη Μέκκα.
Ο βιογράφος τού Κεμάλ κάνει την εξής περιγραφή: «Πριν από την έναρξη, οι βουλευτές συγκεντρώθηκαν στο τέμενος Χατζή Μπαϊράμ και προσευχήθηκαν. Στη συνέχεια κατευθύνθηκαν προς το κτήριο της Εθνοσυνέλευσης με τις σημαίες και τα ιερά κειμήλια μπροστά. 
Εκεί παρακολούθησαν την ανάγνωση ολόκληρου του Κορανίου και το κήρυγμα του Μπουχαρί, που αναφερόταν στις παραδόσεις του Προφήτη. Παράλληλα σφάζονταν αρνιά. Ακολούθησε ένα κήρυγμα σχετικά με τη θρησκευτική σημασία του εθνικού αγώνα και στη συνέχεια προσευχές για τη σωτηρία του Χαλίφη και της πατρίδας. Στο τέλος οι βουλευτές παρακολούθησαν τον ύμνο "Μεβλούντ" του Σουλεϊμάν Τσελεμπί, για τη γέννηση του Μωάμεθ. Ο Υμνος αυτός ψάλλεται σ' όλες τις εξαιρετικές περιπτώσεις».
Ο ευφυής Κεμάλ, αφού κήρυξε Ιερό Πόλεμο (Τζιχάντ-Jihad) κατά των «απίστων», κατάφερε να παρουσιαστεί ως ο μόνος πραγματικός υπερασπιστής του σουνιτικού Ισλάμ. 
Στη συνέχεια μπόρεσε να σύρει και τους Σοβιετικούς σε μια άνευ όρων βοήθεια προς το εθνικιστικό του κίνημα εκμεταλλευόμενος τις φοβίες του Λένιν, την περιφρόνησή του για τα δικαιώματα των λαών και των μειονοτήτων και το σύνδρομο της διατήρησης της εξουσίας του. 
Ο Μουσταφά Κεμάλ έλεγε το καλοκαίρι του '20 σε μια γαλλική εφημερίδα: «Εχω ολόκληρο το Ισλάμ πίσω μου κι έχω στο πλάι μου ένα σύμμαχο ακόμα πιο μεγάλο, που μου δίνει το χέρι». 
Το κεφάλαιο της σοβιετοτουρκικής συνεργασίας, που είναι πολύ μεγάλο και σύνθετο, θα αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερης διαπραγμάτευσης στις σελίδες Ιστορίας της «Κ.Ε.».
Ο Μουσταφά Κεμάλ, ο οποίος έκανε «Ιερό Πόλεμο» και πραγματοποιούσε τον ισλαμικό Τζιχάντ κατά των «άπιστων» μειονοτικών Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυροχαλδαίων ανακηρύχθηκε σε Gazi (Γαζί), δηλαδή «Νικητή του Ισλάμ» μετά την πρώτη του νίκη κατά του ελληνικού στρατού τον Αύγουστο του 1921. Τότε είχε καταφέρει με πολύ μεγάλη δυσκολία να αποκρούσει την ελληνική επίθεση προς την Αγκυρα και να περιορίσει τον ελληνικό στρατό στην αριστερή όχθη του Σαγγάριου ποταμού. Ο τιμητικός τίτλος του Gazi είναι η υπέρτατη αμοιβή που αποδίδεται στους γενναιότερους μαχητές του Ισλάμ.
Η καταστροφή της Γκιαούρ Ιζμίρ
Ο στόχος του Μουσταφά Κεμάλ ήταν να δημιουργήσει ένα καθαρό τουρκικό εθνικιστικό κράτος, απαλλαγμένο πάση θυσία από τις μειονότητες. Ο Νίκος Ψυρρούκης κατατάσσει το κεμαλικό κίνημα στα φασιστικά κινήματα του μεσοπολέμου.
Στο πλαίσιο αυτό οργανώθηκε και η εκκαθάριση της ιωνικής παραλίας μετά τη νίκη επί του ελληνικού στρατού. Σύμφωνα με τον Τούρκο δημοσιογράφο Emre Akyoz, ο Μουσταφά Κεμάλ ανέθεσε το έργο αυτό στο σκληρό Νεότουρκο Νουρεντίν πασά, ο οποίος επέτρεψε τη σφαγή του χριστιανικού πληθυσμού και οργάνωσε την πυρπόληση της πόλης. Ο Akyoz υποστηρίζει ότι η εξόντωση των Ελλήνων τον Σεπτέμβρη του 1922 είχε όλα τα χαρακτηριστικά της Γενοκτονίας των Αρμενίων του 1915, δηλαδή προγραμματισμό και άσκηση άμεσης βίας.Χαρακτηριστική εικόνα από τη σφαγή Ελλήνων και Αρμενίων
Χαρακτηριστική εικόνα από τη σφαγή Ελλήνων και ΑρμενίωνΗ καλύτερη ομολογία για την ευθύνη των υψηλών κλιμακίων του τουρκικού εθνικισμού στην καταστροφή της Σμύρνης είναι η αναφορά του στελέχους του κεμαλικού εθνικιστικού κινήματος Falih Rifki Atay, ο οποίος στο βιβλίο του «Cankaya» ρωτά σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο: «Γιατί κάψαμε τη Σμύρνη;». Και απαντά: «Γιατί φοβηθήκαμε ότι αν έμεναν τα κτήρια στη θέση τους, δεν θα μπορούσαμε να απαλλαγούμε από τις μειονότητες...».
Η εικόνα που έδωσε ο δημοσιογράφος Chater Melville του περιοδικού «The National Geographic» για την τραγωδία της Σμύρνης εκείνες τις μέρες του Σεπτέμβρη του '22 -και ανέδειξε σε άρθρο της η Αρετή Τούντα Φεργάδη- είναι η εξής: «Μπροστά σ' αυτό τον εφιάλτη των 300.000 ψυχών, που ποδοπατιούνταν στην προκυμαία χωρίς ελπίδα διαφυγής απ' τον κλοιό της φωτιάς και της θάλασσας, οι περιγραφές του εμπρησμού της Τροίας ωχριούσαν».
Οι ελλαδικές ευθύνες για τη σφαγή
Πρέπει να σημειωθεί ότι το χριστιανικό πληθυσμό της Σμύρνης (ελληνικό και αρμενικό) εγκατέλειψαν συνειδητά στο έλεος του κεμαλικού στρατού οι ελληνικές αρχές κατοχής: «Για να μη δημιουργηθεί προσφυγικό πρόβλημα στην Ελλάδα», όπως ζητούσε ο Δημήτριος Γούναρης, και υλοποιούσε ο αρμοστής της Ελλάδας στην Ιωνία Αριστείδης Στεργιάδης. Ουσιαστικά ο Γούναρης και η κυβέρνησή του παρέδωσαν τον Ελληνισμό της Ιωνίας στα τουρκικά εθνικιστικά στρατεύματα του Μουσταφά Κεμάλ και με μια έννοια είναι συνυπεύθυνοι για τη σφαγή που επακολούθησε.
Της αντιμικρασιατικής και απάνθρωπης αυτής στάσης, είχαν προηγηθεί και άλλα γεγονότα που απεδείκνυαν το μικρό ενδιαφέρον των βασιλικών και του Λαϊκού Κόμματος για τη μοίρα των πολυάνθρωπων ελληνικών κοινοτήτων της Ανατολής:
* Κατ' αρχάς, η πλήρης εγκατάλειψη του Πόντου και του δυναμικού ελληνικού αντάρτικου που είχε δημιουργηθεί στην περιοχή, αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας τον Νοέμβρη του '20.
* Η απόρριψη της πρότασης των ηγετών του μικρασιατικού Ελληνισμού (Μικρασιατική Αμυνα) για δημιουργία ντόπιου μικρασιατικού στρατού, με στόχο την προστασία του σαντζακίου Σμύρνης και την ανακήρυξη μικρασιατικού κράτους στα ιωνικά παράλια.
* Η απαγόρευση δημιουργίας ελληνικών πολιτοφυλακών στην Ιωνία. Και τέλος,
* Η νομοθετική απαγόρευση εξόδου των πληθυσμών από την περιοχή -που ήδη σκέφτονταν να εγκαταλείψουν- με το νόμο 2870/Ιούλιος 1922.
Μια ερμηνεία
Η ακραία συμπεριφορά του τουρκικού εθνικισμού απέναντι στους άμαχους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μπορεί να ερμηνευθεί μόνο με την κατανόηση της ταξικής του θέσης. Ο κεμαλισμός, όπως και οι Νεότουρκοι λίγο πιο πριν, εξέφραζαν τα προαστικά στρώματα της οθωμανικής κοινωνίας -γραφειοκρατικά, μιλιταριστικά και φεουδαρχικά- που βρίσκονταν σε μια θανάσιμη αντιπαράθεση με τα ανερχόμενα προοδευτικά αστικά στρώματα των οθωμανικών πόλεων, τα οποία στο μεγαλύτερο βαθμό απαρτίζονταν από πολίτες που προέρχονταν από τις χριστιανικές οθωμανικές κοινότητες. Παράλληλα, τα προαστικά αυτά στρώματα χαρακτηρίζονταν από ελιτίστικα αντιλαϊκά συναισθήματα, τα οποία ενισχύονταν ακόμη περισσότερο από την ισλαμική υπεροψία και το θρησκευτικό ρατσισμό.
Ο σημαντικός Τούρκος πολιτικός επιστήμονας Fikret Baskaya αναφέρει για το χαρακτήρα του κεμαλισμού και του κοσμικού τουρκικού κράτους: «Στην πραγματικότητα, η ρεπουμπλικανική Τουρκία αντιμετώπιζε ανέκαθεν τις λαϊκές μάζες με μια αποικιοκρατική οπτική γωνία. Εχουμε δηλαδή να κάνουμε μ' ένα περίεργο φαινόμενο αυτοαποικιοκρατίας. Αν θέλουμε να το πούμε διαφορετικά, έχουμε να κάνουμε με μια ιδιάζουσα αποικιοκρατική διεργασία. Αυτή η αυτοαποικιοκρατία έχει ριζικές διαφορές από τη συνήθη αποικιοκρατία και παρουσιάζει την πρωτοτυπία να έχουν οι αποικιοκράτες την ίδια θρησκεία με τους αποίκους...»
*Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙΔΗ   Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός https://kars1918.wordpress.com/

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ;;;


ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

xounta-papadopoulos_1.jpg

Παττακός, Λαδάς, Παπαδόπουλος, Ζωιτάκης και αξιωματικοί χωρών του ΝΑΤΟ παρακολουθούν άσκηση στο Πεδίο Βολής Χανίων.Παττακός, Λαδάς, Παπαδόπουλος, Ζωιτάκης και αξιωματικοί χωρών του ΝΑΤΟ παρακολουθούν άσκηση στο Πεδίο Βολής Χανίων. | ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ ΕΠΤΑΕΤΙΑ 1967-74 (Αθήνα 2007)
«Είμαστε μαζί σας, είτε μας θέλετε είτε όχι»
Στυλιανός Παττακός, προς αξιωματούχο της αμερικανικής πρεσβείας (26/4/1967)
Oταν πριν από λίγο καιρό στην ιστοσελίδα της CIA αναρτήθηκαν 930.000 παλιότερα έγγραφα της υπηρεσίας, πολλοί πίστεψαν ότι έφτασε ίσως η στιγμή για τη διαλεύκανση κάποιων σκοτεινών σελίδων της πρόσφατης ελληνικής Ιστορίας – με πρώτη και καλύτερη την ανάμιξη των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών στο στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967.
Στην πραγματικότητα, το υλικό αυτό απαρτίζεται κυρίως από αναλύσεις γραφείου και όχι από επιχειρησιακά έγγραφα.
Αφορά, δηλαδή, την εικόνα που οι αναλυτές της υπηρεσίας φιλοτεχνούσαν για τις εξελίξεις προς ενημέρωση των προϊσταμένων τους και της ηγεσίας των ΗΠΑ, όχι όμως και τις παρεμβάσεις των πρακτόρων της CIA που αποσκοπούσαν στη διαμόρφωση αυτών των εξελίξεων.
Επιπλέον, αρκετά κρίσιμα αποσπάσματα των εν λόγω εγγράφων παραμένουν ακόμη απόρρητα.
Οσον αφορά την Ελλάδα, η πρόσφατη ανάρτηση δεν περιλαμβάνει επίσης έγγραφα όπως οι προδικτατορικές αναφορές της CIA για τη «δεξιά συνωμοτική ομάδα» του Παπαδόπουλου (7/3/1966 και 20/12/1966), τις οποίες γνωρίζουμε όχι μόνο από τη σχετική ιστοριογραφία αλλά ακόμη κι από την επίσημη έκδοση ντοκουμέντων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Πρόκειται, συνεπώς, για υλικό άχρηστο στον ερευνητήΚάθε άλλο.
Για την περίοδο ιδίως της χούντας του 1967-1974, οι αναλύσεις της CIA όχι μόνο αποτυπώνουν εναργώς τη στάση της υπηρεσίας απέναντι στο καθεστώς, αλλά μας πληροφορούν και για τεκταινόμενα στην κορυφή της εγχώριας κρατικής ιεραρχίας τα οποία, ελέω στρατοκρατίας και ασφυκτικής λογοκρισίας, παρέμεναν άγνωστα στο ευρύ κοινό.
Οι πράκτορες της υπηρεσίας είχαν, γαρ, πολύ καλύτερη πρόσβαση στους τότε κυβερνώντες απ’ ό,τι τα εγχώρια ΜΜΕ, έστω κι αν οι αναλυτές του Λάνγκλεϊ τη θεωρούσαν συχνά ανεπαρκή.

Το πραξικόπημα

Θ. ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΔΙΚΗ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ (1981)
Γι’ αυτό καθαυτό το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 διαθέτουμε οκτώ συνοπτικές εκθέσεις του Λάνγκλεϊ, συνταγμένες μέσα στο πρώτο διήμερο σε συνεργασία με τις επιτόπιες «μυστικές υπηρεσίες» (Clandestine Services).
Η πρώτη έκθεση, στις 2 π.μ. (ώρα Ουάσινγκτον) της 21/4/1967, ενημερώνει τα κεντρικά πως «η κυβέρνηση Κανελλόπουλου ανατράπηκε από ένα ταχύτατο και καλοσχεδιασμένο στρατιωτικό πραξικόπημα, διευθυνόμενο απ’ ό,τι φαίνεται από την ανώτατη ηγεσία του ελληνικού στρατού».
Η ίδια πληροφορία, που παραπέμπει στο σχεδιαζόμενο κίνημα των στρατηγών (για το οποίο η CIA και η πρεσβεία είχαν επίσημα ενημερωθεί στις 6/3/1967) και όχι των συνταγματαρχών, επαναλαμβάνεται παρακάτω:
«Το πραξικόπημα φαίνεται ότι διεξήχθη από υψηλόβαθμη ομάδα του ελληνικού στρατού, η οποία είχε προηγουμένως καταρτίσει σχέδια έκτακτης ανάγκης για συλλήψεις ανεπιθυμήτων και κατάληψη της εξουσίας από το στρατό αν χρειαστεί ν’ αποτραπεί η επάνοδος των Παπανδρέου στην εξουσία».
Ακολουθούν τρεις λογοκριμένες σειρές και το έγγραφο κλείνει με την καθησυχαστική διαβεβαίωση ότι «το πραξικόπημα αναμένεται να διατηρήσει τις προηγούμενες σταθερές σχέσεις με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ».
Εννιάμισι ώρες αργότερα, η επόμενη έκθεση διορθώνει την αρχική εικόνα διευκρινίζοντας ότι «το πραξικόπημα υπήρξε έργο μιας ομάδας ανώτερων αξιωματικών του στρατού και της αεροπορίας που αυτοαποκαλούνταν νωρίτερα “Επαναστατικό Συμβούλιο”» και «ισχυρίζονται πως είχαν ασφαλείς πληροφορίες ότι οι κομμουνιστες ετοιμάζονταν “να ξεκινήσουν ταραχές, απεργίες και γενική αναταραχή στην Αθήνα” το Σάββατο» 22 Απριλίου.
Η συνέχεια του εγγράφου πιστοποιεί πως η CIA είχε σαφή εικόνα των συνωμοτών:
«Το “Επαναστατικό Συμβούλιο”, το οποίο υφίσταται από το 1963, απογοητεύθηκε σταδιακά από την επιδεινούμενη πολιτική κατάσταση και την ανικανότητα των πολιτικών να λύσουν τα προβλήματα της Ελλάδας. Πολλοί απ’ αυτούς είχαν μετατεθεί από την Αθήνα στην επαρχία το 1964, όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός».
Από τα προαναφερθέντα έγγραφα του 1966 προκύπτει άλλωστε πως η υπηρεσία γνώριζε λεπτομερώς τη σύνθεση του «συμβουλίου».
Ακολουθούν ξανά καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις:
«Ο εκπρόσωπος της ομάδας, στρατηγός Παττακός, δήλωσε στον αεροπορικό ακόλουθο των ΗΠΑ ότι το πραξικόπημα σχεδιάστηκε “για να διασφαλιστεί η εσωτερική ηρεμία, η νομιμοφροσύνη προς τον βασιλέα και η αφοσίωση στο ΝΑΤΟ και τη Δύση, καθώς και η ενότητα του λαού” που δίχασαν οι πολιτικοί».
Ο συντάκτης της έκθεσης διαβεβαιώνει επίσης ότι, σε περίπτωση που «οι υποστηρικτές των Παπανδρέου ή η άκρα Αριστερά συνέλθουν από το αρχικό τους σοκ» κι «επιχειρήσουν να ξεκινήσουν φασαρίες»«οι δυνάμεις ασφαλείας είναι σε θέση να διατηρήσουν την τάξη».
Οι υπόλοιπες εκθέσεις ασχολούνται με τον σχηματισμό της πρώτης χουντικής κυβέρνησης, το εύρος της καταστολής και, πάνω απ’ όλα, με τις αντιδράσεις του βασιλιά Κωνσταντίνου.
Ο τελευταίος φέρεται να χαρακτηρίζει τους πραξικοπηματίες «ηλίθια ακροδεξιά τσογλάνια», να ζητά από τον Αμερικανό πρέσβη Τάλμποτ ν’ αποκαταστήσει τη νομιμότητα με απόβαση πεζοναυτών και, τελικά, να συμβιβάζεται με τη νέα κατάσταση μέσα σ’ ένα 48ωρο· οι «φήμες» που διέρρευσαν επ’ αυτού σε ξένα ΜΜΕ προκαλούν εκνευρισμό στην υπηρεσία, οι εκθέσεις της οποίας τονίζουν διαρκώς την «ηρεμία» που επικρατεί στην Αθήνα.
Ο στρατιωτικός ακόλουθος της πρεσβείας ανησυχεί πάντως γι’ αυτή τη διάσπαση της εγχώριας εθνικοφροσύνης κι ενημερώνει μέσω CIA την Ουάσινγκτον ότι «θεωρεί την πτώση της μοναρχίας, εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των Ελλήνων στρατιωτικών και/ή την εγκαθίδρυση δικτατορίας νασερικού τύπου σαν υπαρκτές πιθανότητες».
⌘ Δείτε έγγραφα από τις αποχαρακτηρισμένες εκθέσεις της CIA
Απόρρητα παραμένουν μεγάλα τμήματα των δυο τελευταίων εκθέσεων της 22/4/1967.
Μεταξύ άλλων, είναι εμφανές ότι λογοκρίθηκε ο συσχετισμός πραξικοπήματος και Κυπριακού.

Μια καλοπροαίρετη χούντα

Ο «αυταρχικός λαϊκισμός» της χούντας δεν άφηνε καθόλου ασυγκίνητη τη CIAΟ «αυταρχικός λαϊκισμός» της χούντας δεν άφηνε καθόλου ασυγκίνητη τη CIA | ΤΟ ΛΕΥΚΩΜΑ ΤΟΥ ΡΗΓΑ (Αθήνα 1974)
Τις πρώτες εκτιμήσεις επισφραγίζει ένα οκτασέλιδο έγγραφο που συντάχθηκε ένα μήνα αργότερα, με τίτλο «Η ελληνική χούντα» (24/5/1967).
Η αρχική επίφαση ουδετερότητας παραχωρεί πλέον τη θέση της στην ανοιχτή συνηγορία.
Η έκθεση ξεκινά με την αισιόδοξη διαπίστωση πως «η κατάσταση είναι εξωτερικά ήρεμη και δεν υπάρχουν σημάδια οποιασδήποτε αποτελεσματικής εσωτερικής αντίστασης στο καθεστώς. Προς το παρόν, μολονότι το κοινό δεν έχει μέχρι στιγμής εκδηλώσει υποστήριξη προς το νέο καθεστώς, φαίνεται ανακουφισμένο από το γεγονός ότι το πραξικόπημα πραγματοποιήθηκε σχετικά ανώδυνα κι ότι υπάρχει προοπτική μιας προσωρινής τουλάχιστον ανάπαυλας από την πολιτική αναταραχή που μάστιζε την Ελλάδα μετά την πτώση της κυβέρνησης Καραμανλή το 1963».
Ακολουθούν τα σύντομα βιογραφικά των πρωταγωνιστών του εγχειρήματος.
 Για τον Παττακό μαθαίνουμε ότι «πριν το πραξικόπημα θεωρούνταν φιλικά προσκείμενος στην ΕΡΕ, το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Εχει στενούς συγγενείς στις ΗΠΑ και δυο ανηψιούς που υπηρετούν ως αξιωματικοί στον αμερικανικό στρατό, ο ένας εκ των οποίων στο Βιετνάμ».
Οι επόμενες τρεις σειρές παραμένουν απόρρητες.
 Ο Παπαδόπουλος σκιαγραφείται ως «το ισχυρότερο μέλος της τριανδρίας» και μνημονεύεται η κατοχική δράση του «στις αντιστασιακές ομάδες του στρατηγού Γρίβα» (δηλαδή τη διαβόητη «Χ»).
Οι επόμενες 4½ σειρές έχουν λογοκριθεί, σε αντίθεση με την ευμενή διαπίστωση ότι στις δημόσιες εμφανίσεις του «έχει δώσει ευθείες και λογικές απαντήσεις, ευκαιριακά όμως επέδειξε μια κάποια τραχύτητα».
 Το βιογραφικό του Μακαρέζου ξεκινά με 3½ λογοκριμένες σειρές.
Ακολουθεί η πληροφορία πως «έχει πανεπιστημιακές γνώσεις στην οικονομία, την πολιτική επιστήμη και τη διοίκηση επιχειρήσεων», καθώς και ότι «μιλά περιορισμένα αγγλικά αλλά άνετα γερμανικά, τα οποίαν πιθανόν έμαθε κατά τη θητεία του ως στρατιωτικός ακόλουθος της Ελλάδας στη Βόννη το 1963-1964».
Το απόσπασμα κλείνει η καθησυχαστική διαβεβαίωση ότι «κι αυτός επίσης φαίνεται εντελώς φιλονατοϊκός και φιλοαμερικανός».
Τα πορτρέτα των πραξικοπηματιών συνοδεύει η επισήμανση πως «υπάρχουν πληροφορίες, οι οποίες πηγάζουν κυρίως από εικασίες και κουτσομπολιά, για την ανάδυση ανταγωνισμών στο εσωτερικό της χούντας, ιδίως μεταξύ Παπαδόπουλου και Παττακού», μολονότι «αμφότεροι το αρνούνται».
Μια ολόκληρη παράγραφος έχει εδώ λογοκριθεί.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ ΕΠΤΑΕΤΙΑ 1967-74 (Αθήνα 2007)
Υμνητική για τη χούντα είναι η περιγραφή της στοχοθεσίας της:
«Μολονότι δεν ξεκίνησαν την κατάληψη της εξουσίας μ’ ένα έτοιμο πενταετές σχέδιο για την Ελλάδα, οι ηγέτες του πραξικοπήματος πέτυχαν εντυπωσιακά αποτελέσματα σε ορισμένα πράγματα που ξεκίνησαν να κάνουν. Αποκατέστησαν τη δημόσια τάξη και σχεδόν κανονικότητα στην ελληνική οικονομική ζωή, επιδίωξαν δε να συμφιλιώσουν την κοινή γνώμη της υπαίθρου με μέτρα για την αύξηση του αγροτικού εισοδήματος».
Ως στόχοι της χούντας, μεταξύ άλλων, «η επαναστελέχωση της δημόσιας διοίκησης με ακομμάτιστους υπαλλήλους που συνδυάζουν επαγγελματικές δεξιότητες κι εντιμότητα», η «ανατροπή της αριστερής-ουδετερόφιλης κατρακύλας στην ελληνική εξωτερική πολιτική, που χαρακτηρίζει τη μετακαραμανλική περίοδο», καθώς και «η έμφαση σε αναπτυξιακά προγράμματα σε φτωχές και καθυστερημένες περιοχές».
Ως θετικό παράδειγμα αυτής της τελευταίας μνημονεύεται η υπογραφή της σύμβασης με την καλιφορνέζικη Litton Industries, «η εφαρμογή της οποίας είχε παρεμποδιστεί από την αριστερή κοινοβουλευτική αντιπολίτευση»· στην πραγματικότητα επρόκειτο για σύμβαση λεόντεια, που εξελίχθηκε σ’ ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα απροκάλυπτης λεηλασίας του δημόσιου χρήματος.
Η έκθεση κλείνει με τη διαπίστωση ότι «τα μέλη της χούντας φαίνονται έξυπνοι, ικανοί και με ισχυρή θέληση».

«Νέα ράτσα», δημόσιο χρέος

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ ΕΠΤΑΕΤΙΑ 1967-74 (Αθήνα 2007)
Χάρη στην αμερικανική στήριξη, η χούντα παρέμεινε τελικά στην εξουσία μιαν ολόκληρη επταετία.
Οι αναλύσεις της CIA αποτυπώνουν αυτή την επιλογή, παραθέτοντας το σκεπτικό που την υπαγόρευσε κι αναπαράγοντας σε μεγάλο βαθμό την επιχειρηματολογία των ίδιων των δικτατόρων.
«Στα 140 χρόνια αφότου απελευθερώθηκε από την Οθωμανική αυτοκρατορία, η Ελλάδα ουδέποτε κατόρθωσε ν’ αποκτήσει σταθερό δημοκρατικό σύστημα», διαβεβαιώνει χαρακτηριστικά η πρώτη παράγραφος μιας πολυσέλιδης έκθεσης με τίτλο «Η Ελλάδα, η Ευρώπη και οι ΗΠΑ» (23/4/1970).
«Το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 ήρθε σε μια στιγμή που το ελληνικό πολιτικό σύστημα βρισκόταν σε σοβαρή αποσύνθεση. [...] Οι περισσότερες κυβερνήσεις ήταν βραχύβιες, αναποφάσιστες και διεφθαρμένες· μεγάλο μέρος του Τύπου ήταν αργυρώνητο και ανεύθυνο».
Μικρό το κακό της εκτροπής, μ’ άλλα λόγια.
Η χούντα περιγράφεται σαν «μια νέα ράτσα κυβερνητών» που «εμπνέεται από ασαφείς ιδέες κοινωνικής κι οικονομικής δικαιοσύνης» κι «επιδεικνύει ένα άκρως ηθικολογικό κι έντονα αντικομμουνιστικό προφίλ» (4/3/1968), ως φορέας «ενός είδους αυταρχικού λαϊκισμού» (23/4/1970), ακόμη και σαν εκσυγχρονιστικό εγχείρημα που «αποβλέπει στην πλήρη εκκαθάριση όλων των ελληνικών θεσμών από κάθε ίχνος των προηγούμενων αρχαϊκών, διεφθαρμένων κι “αναποτελεσματικών δυνάμεων του κατεστημένου”» (6/7/1967).
Οι μη στρατιωτικοί συνεργάτες της χαρακτηρίζονται, πάντως, «μηδενικά» (4/3/1968).
Οσον αφορά τη στάση του πληθυσμού, οι αναλυτές της CIA αρχικά διαπιστώνουν «γενικευμένη αποδοχή των εξηγήσεων της χούντας για την αναγκαιότητα του πραξικοπήματος» και «λαϊκή ανοχή ή ακόμη και ικανοποίηση από τη νέα κυβέρνηση»(6/7/1967), ενώ αργότερα τονίζουν κυρίως την απουσία ενεργητικής αντίστασης και την απουσία φερέγγυων (για τις ΗΠΑ) εναλλακτικών λύσεων:
«Η αποσύνθεση της ΕΡΕ είναι δύσκολο να ξεπεραστεί» (4/3/1968)· «λαϊκή εξέγερση δεν φαίνεται πιθανή», καθώς «η κυβέρνηση καταστέλλει αποφασιστικά κι αποτελεσματικά τους αντιφρονούντες, η οργανωμένη αντιπολίτευση είναι σχεδόν ανύπαρκτη» κι «όλοι οι ηγέτες του παλιού καθεστώτος έχουν εξοριστεί ή περιέλθει σε ανυποληψία» (23/4/1970).
Οι ορατές αντιδικτατορικές διαθέσεις σχετικοποιούνται, τέλος, με κοινωνιολογίζουσες προσεγγίσεις:
«Η παρούσα κυβέρνηση φαίνεται ότι στηρίζεται κυρίως στην ύπαιθρο μάλλον, παρά στις μεγάλες πόλεις. Είναι μισητή στους διανοούμενους και τους πιο πολιτικοποιημένους κύκλους» (23/4/1970).
Στα θετικά του καθεστώτος προσμετράται φυσικά η αποτελεσματική πάταξη του εσωτερικού εχθρού:
«Οι κομμουνιστές, βαθιά διασπασμένοι και αγρίως καταπιεσμένοι, είναι απίθανο να προβάλουν ως αξιόλογη δύναμη για αρκετά τουλάχιστον χρόνια» (23/4/1970).
Εξίσου σημαντική θεωρείται η συνεργασία χούντας - κεφαλαίου.
Η πρώτη «επαφίεται πολύ περισσότερο στις ιδιωτικές επιχειρήσεις ως κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη της Ελλάδας» απ’ ό,τι οι προκάτοχοί της (4/3/1968) και «οι σχέσεις της με τους ιδιώτες επιχειρηματίες είναι εξαίρετες» (23/4/1970).
Τα εύσημα αυτά δεν σημαίνουν, πάντως, αποδοχή των ισχυρισμών του καθεστώτος περί οικονομικού θαύματος.
Οι αναλυτές της CIA επισημαίνουν, αντίθετα, τον πλασματικό χαρακτήρα μιας ευμάρειας βασισμένης κυρίως στην αύξηση του εξωτερικού χρέους:
«Κάτω από την παρούσα κυβέρνηση, το ισοζύγιο πληρωμών επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο απ’ ό,τι πριν το πραξικόπημα», η δε χούντα «αντιμετώπισε μέχρι σήμερα την πρόκληση με μεσοπρόθεσμο και βραχυπρόθεσμο δανεισμό και ψηλά επιτόκια. Καθώς η Ελλάδα έχει μέχρι σήμερα σχετικά ελαφρύ φορτίο εξωτερικού χρέους, το καθεστώς μπορεί ενδεχομένως να συνεχίσει να κάνει το ίδιο για αρκετά χρόνια, φορτώνοντας όμως τη χώρα με όλο και πιο επαχθείς υποχρεώσεις αποπληρωμής του» (23/4/1970, σ. 7-8).

Βολικοί και χρήσιμοι

«Μια νέα ράτσα ηγετών», απροκάλυπτα φιλοαμερικανική και ανοιχτή στους ντόπιους και ξένους επιχειρηματίες«Μια νέα ράτσα ηγετών», απροκάλυπτα φιλοαμερικανική και ανοιχτή στους ντόπιους και ξένους επιχειρηματίες | 
Εκεί που τα πλεονεκτήματα του δικτατορικού καθεστώτος υμνούνται απροκάλυπτα είναι, ωστόσο, σε σχέση με το μείζον «εθνικό θέμα» της εποχής: το Κυπριακό.
«Ο σφριγιλός πολιτικός έλεγχος που ασκεί η χούντα στο εσωτερικό τής επιτρέπει να είναι περισσότερο εποικοδομητική σε σχέση με την Κύπρο απ’ ό,τι τα προηγούμενα ελληνικά καθεστώτα», τονίζει η έκθεση της 4/3/1968.
«Ο Παπαδόπουλος έχει απ’ ό,τι φαίνεται πείσει τους συναδέλφους του πως η συνέχιση της διαμάχης είναι τόσο επιβλαβής στα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της Ελλάδας ώστε πρέπει να επιδιωχθεί επίλυσή της, ακόμη και με τίμημα σημαντικές παραχωρήσεις στην Τουρκία».
Η ίδια εκτίμηση επαναλαμβάνεται σταθερά και στις επόμενες εκθέσεις.
Για όλους αυτούς τους λόγους, οι αναλυτές της CIA επιχειρηματολογούν υπέρ της άρσης των περιορισμών που είχαν επιβληθεί στη στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ μετά το πραξικόπημα.
 Η έκθεση της 6/7/1967 αποκαλεί «ανθελληνικές» τις διαμαρτυρίες για το πραξικόπημα και κλείνει με την εκτίμηση πως «η διάθεση της κυβέρνησης [Κόλλια] να διατηρήσει ενεργό ρόλο στο δυτικό αμυντικό σύστημα εξαρτάται ίσως σε μεγάλο βαθμό από το βαθμό αποδοχής της νομιμότητας του καθεστώτος εντός του ΝΑΤΟ».
 Στις 4/3/1968 επαναλαμβάνεται δις η διατύπωση πως «η αποκατάσταση του προγράμματος στρατιωτικής βοήθειας θα δικαιώσει στα μάτια του Παπαδόπουλου τη θέση του κι ενδέχεται να τον βοηθήσει να στρέψει γρηγορότερα τη χούντα στην κατεύθυνση συνταγματικών μορφών».
 Στις 23/4/1970 τονίζεται, τέλος, η αυξανόμενη σημασία των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα μετά το κλείσιμο του Wheelus Field στη Λιβύη και «το αυξανόμενο ρεύμα αντιαμερικανικών αισθημάτων στην Τουρκία, όπως μαρτυρούν οι ταραχές ενάντια στις επισκέψεις του 6ου Στόλου».
Ταυτόχρονα υπενθυμίζεται πως «υπάρχουν όρια, πέρα από τα οποία οι αμερικανικές πιέσεις παύουν να είναι αποτελεσματικές» – και πως η χούντα μπορεί να αρνηθεί τη χρήση τους, «αν κατά τη γνώμη της η πολιτική των ΗΠΑ έναντί της είναι τιμωρητική και παράλογη».

Πίσω από τη βιτρίνα

Θ. ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΔΙΚΗ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ (1981)
Μόνιμη επωδό στις αναλύσεις της CIA, από ένα σημείο και μετά, συνιστά η αντιδιαστολή μεταξύ «μετριοπαθούς» Παπαδόπουλου και «σκληροπυρηνικών»συντρόφων του.
Μεταξύ άλλων, η επίκλησή της δικαιολογούσε και την αποφυγή οποιουδήποτε εκδημοκρατισμού.
«Η μόνη σημαντική απειλή για την τωρινή ηγεσία προέρχεται από την ίδια τη χούντα», εκτιμά η έκθεση της 4/3/1968.
«Μια νεότερη σκληροπυρηνική φράξια, ανυπόμονη για τα εμπόδια που συναντά η εξουσία της χούντας, έχει αρχίσει ν’ αναδύεται» και «σε ορισμένα ζητήματα κατάφερε να κινητοποιήσει σημαντικό τμήμα της χούντας και να αλλάξει ή ακόμη και ν’ ανατρέψει κάποιες από τις επιλογές που υποστήριξε ο Παπαδόπουλος».
Παρά τις ενδιάμεσες αλλαγές, και την εμφανή ισχυροποίηση του δικτάτορα, η ίδια εικόνα αναπαράγεται και στις 23/4/1970: ο Παπαδόπουλος, διαβάζουμε, «κάθε άλλο παρά απόλυτος ηγεμόνας είναι και δεν μπορεί να επιβάλει στους στρατιωτικούς συναδέλφους του ν’ αποδεχθούν πολιτικές στις οποίες είναι σφόδρα αντίθετοι, όπως κάθε ευρεία φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος ή πρώιμη αποκατάσταση δημοκρατικών θεσμών».
Πιο ενδιαφέρουσες αποδεικνύονται οι πληροφορίες για τις εσωτερικές τριβές της χούντας που καταγράφονται σε δυο εκθέσεις του 1972.
«Στα τέλη του 1970», διαβάζουμε στην πρώτη (25/9/1972), «μια μείζων αντιπαράθεση αναπτύχθηκε ανάμεσα στον πρωθυπουργό και κάμποσους συναδέλφους του στο Επαναστατικό Συμβούλιο, που απαίτησαν από τον Παπαδόπουλο είτε να υποταχθεί στη συλλογική βούληση είτε να παραιτηθεί. Οι διοικητές των στρατιωτικών μονάδων γύρω από την Αθήνα συμπαρατάχθηκαν ωστόσο με τον Παπαδόπουλο και τα δυσαρεστημένα μέλη του Επαναστατικού Συμβουλίου, ανίκανα να συμφωνήσουν για διάδοχο, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Ηταν μια καθαρή νίκη του Παπαδόπουλου, άφησε όμως ένα υπόγειο ρεύμα δυσφορίας που παραμένει σε κάποιους τομείς μεταξύ των στρατιωτικών».
Η επόμενη παράγραφος –15 σειρές– παραμένει απόρρητη.
Η δεύτερη έκθεση (9/11/1972) μας πληροφορεί, πάλι, ότι «το περασμένο καλοκαίρι σχεδιάστηκε πραξικόπημα, το οποίο ο Παπαδόπουλος πληροφορήθηκε και απέφυγε».
Αξιοσημείωτη είναι η πρόβλεψη των αναλυτών για τους συσχετισμούς που διαμορφώνονταν στο παρασκήνιο:
«Ενα πραξικόπημα υπό την ηγεσία του απόστρατου συνταγματάρχη Σταματελόπουλου (που στρατολόγησε πολλούς από τους πραξικοπηματίες αξιωματικούς του 1967), σε συνεργασία με τον επικεφαλής της στρατονομίας Ιωαννίδη, θα κινούνταν πιθανόν αργά προς μια συνταγματική κυβέρνηση και μεγαλύτερη συμμετοχή στην πολιτική διαδικασία που προβλέπει το Σύνταγμα του 1968.
Ενα πραξικόπημα όπου θα κυριαρχούσαν οι νεότεροι αξιωματικοί της χούντας θα εγκαθίδρυε ίσως ένα σφιχτότερο, πιο δικτατορικό καθεστώς.
Κατά τα λοιπά, κανένα τους δε θα ήταν πολύ διαφορετικό από το παρόν καθεστώς·δηλαδή φιλονατοϊκό, κραυγαλέα αντικομμουνιστικό, πουριτανικό» (9/11/1972).
Τελικά, ο Παπαδόπουλος ανατράπηκε από τη συμμαχία «Ιωαννίδη-νέων», που έθεσε τέρμα στην ελεγχόμενη φιλελευθεροποίηση του 1973.
Οι αναλυτές της CIA είχαν προλάβει, πάντως, να επιδείξουν κάποια κατανόηση για τη δυσφορία και αυτών των πραξικοπηματιών:
«Γνωρίζουμε πως ένας αρκετά μεγάλος αριθμός νεότερων μελών της χούντας είναι δυσαρεστημένα με την κυβέρνηση. Απεχθάνονται τη συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια του Παπαδόπουλου. Μιλάνε όλο και πιο ανοιχτά για την αύξηση της διαφθοράς από ανώτερους αξιωματούχους και υπουργούς» (9/11/1972).

Πολυτεχνείο και Ιωαννίδης

Το μόνο έγγραφο που αφορά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, η ημερήσια ενημέρωση του προέδρου Νίξον από τη CIA στις 19/11/1973, αποτυπώνει αμήχανα τα όρια της υπηρεσιακής πληροφόρησης:
«Δεν είναι ακόμη σαφές ποιος διηύθυνε την αντικαθεστωτική δραστηριότητα μέσα στο Πολυτεχνείο, επίκεντρο των διαδηλώσεων μέχρι την εκκαθάρισή του το πρωί του Σαββάτου. Οπαδοί του εξόριστου αριστερού Ανδρέα Παπανδρέου ήταν ωστόσο πολύ ορατοί, ως ταραξίες και συμμετέχοντες».
Η συγκυρία θεωρείται «ατυχής για τις προσπάθειες της κυβέρνησης να “πολιτικοποιήσει” το καθεστώς», μέρος δε της ευθύνης επιρρίπτεται «στους πολιτικούς» που «ενθάρρυναν τους φοιτητές».
Διαυγέστατη είναι, αντίθετα, η ανάλυση του πραξικοπήματος Ιωαννίδη:
«Ο Παπαδόπουλος κατέστρεψε την πελατειακή του βάση στο στρατό δίχως να οικοδομήσει καινούρια.
Οι προσπάθειές του να σχηματίσει κυβέρνηση πολιτικών υπό το Σπύρο Μαρκεζίνη και να προσεταιριστεί τους οπαδούς των παλιών πολιτικών κομμάτων δεν διέλυσαν τους φόβους πως οι εκλογές θα ήταν φάρσα. [...]
Την ώρα της ανατροπής του, ο Παπαδόπουλος διέθετε έτσι ελάχιστους υποστηρικτές στις ελληνικές δομές εξουσίας» (7/12/1973).
Οσον αφορά το νέο καθεστώς, η ίδια έκθεση εξηγεί πως «ο Ιωαννίδης πιστεύει ότι οι Ελληνες δεν είναι ακόμη έτοιμοι για δημοκρατία» κι ότι «τα οικονομικά προβλήματα έχουν προτεραιότητα»:
«Πριν από μερικούς μήνες δήλωσε πως η χούντα του Παπαδόπουλου έμεινε υπερβολικά λίγο στην εξουσία για να κάνει πειράματα με τη δημοκρατία.
Χρειάζεται, είπε, “20 χρόνια ή τουλάχιστον 10” για να ολοκληρώσει το πρόγραμμά της να καθαρίσει την ελληνική πολιτική σκηνή από τα σημάδια του παλιού κοινοβουλευτικού συστήματος.
Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι το πραξικόπημα [της 25/11] μετέβαλε δομικά το χρονοδιάγραμμά του για επάνοδο στους δημοκρατικούς θεσμούς».
Καθώς ο αόρατος δικτάτορας δεν συνήθιζε καθόλου τις δημόσιες διακηρύξεις, είναι προφανές πως αυτές οι δηλώσεις έγιναν στο πλαίσιο σχετικής βολιδοσκόπησης της CIA.
Για τον νέο «πρωθυπουργό», Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο, επισημαίνεται, τέλος, πως «η υπόληψή του πάσχει από φήμες για ανάμιξη σε διαφθορά κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής υπηρεσίας του» ως υπουργού Οικονομικών (1967-71) και Εσωτερικών (1971-73) του Παπαδόπουλου.

Το «θαύμα» καταρρέει

Ο Παπαδόπουλος με τον Ελληνοαμερικανό μεγιστάνα Τομ ΠάππαςΟ Παπαδόπουλος με τον Ελληνοαμερικανό μεγιστάνα Τομ Πάππας | 
Το στοιχείο που καθορίζει τις εξελίξεις την τελευταία χρονιά της δικτατορίας είναι ωστόσο η παταγώδης κατάρρευση του «οικονομικού θαύματός» της μόλις ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση.
«Μέσα στο 1973, και ιδίως από τον Σεπτέμβριο, το ισοζύγιο πληρωμών επιδεινώθηκε ταχύτατα. Οι αυξήσεις των τιμών έχουν πετσοκόψει αγρίως τα πραγματικά μεροκάματα των εργατών», επισημαίνει η έκθεση της 7/12/1973, ενώ αυτή της 18/4/1974 επικεντρώνεται στις πολιτικές επιπτώσεις της κρίσης:
«Οι νέοι και οι εργάτες έχουν τη δυνατότητα ν’ απειλήσουν το καθεστώς – παραμένει όμως απλώς δυνατότητα.
Η δημόσια κινητοποίησή τους έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανατροπή του Παπαδόπουλου. [...] Η οικονομική δυσπραγία δουλεύει υπέρ των αντιφρονούντων, όπως και τον Νοέμβριο.
Οι φοιτητές και οι εργάτες θ’ απολάμβαναν τη λαϊκή συμπάθεια, αν όχι ανοιχτή υποστήριξη, έτσι κι αψηφούσαν ξανά ανοιχτά την κυβέρνηση».
Ο εθνικισμός θα προβάλει έτσι ως η μοναδική διέξοδος ενός απονομιμοποιημένου καθεστώτος:
«Οι αξιωματικοί που ελέγχουν την κυβέρνηση είναι σθεναρά αφοσιωμένοι στη Δύση κι έντονα αντικομμουνιστές στη νοοτροπία», εξηγεί η τελευταία έκθεση.
«Ταυτόχρονα, είναι ακόμη πιο εθνικιστές κι επαρχιώτες στις αντιλήψεις από τους προκατόχους τους. Είναι πιο τυχοδιώκτες από τον Παπαδόπουλο στην προσέγγιση του Κυπριακού κι ανησυχούν για μια στρατιωτική αντιπαράθεση με την Τουρκία. Το μίγμα αυτών των στοιχείων θέτει ακόμη περισσότερα προβλήματα για τις ΗΠΑ απ’ όσα έθετε το καθεστώς Παπαδόπουλου».
Εξ ου και η έγκαιρη αναζήτηση του επόμενου Μεσσία, που θα μπορούσε να δρομολογήσει μια κοινά αποδεκτή μεταπολίτευση:
«Ο τέως πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής εξακολουθεί να προτιμάται από πολλούς στην Ελλάδα ως εναλλακτική λύση στο στρατιωτικό καθεστώς.
Επειδή όμως ενδεχομένως αισθάνεται πως οι στρατιωτικοί κυβερνήτες ίσως στραφούν προς αυτόν για βοήθεια, δεν έχει ακόμη επιτεθεί δημόσια στο καθεστώς [Ιωαννίδη] από την αυτοεξορία του στο Παρίσι».

Το «ΟΚ» για το πραξικόπημα

Δεν περιμένει φυσικά κανείς από μια μυστική υπηρεσία να αποκαλύψει η ίδια την ανάμιξή της σε μια κακόφημη επιχείρηση, όπως το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Από τις 15 τουλάχιστον προδικτατορικές εκθέσεις της CIA για την ομάδα Παπαδόπουλου έχουν έτσι δημοσιευθεί μέχρι σήμερα μόνο δύο.
Εξίσου εύγλωττο είναι το γεγονός πως η πληροφόρηση της υπηρεσίας για τις κινήσεις της εν λόγω ομάδας φέρεται να σταματά στις 23/1/1967, ενέργεια που θυμίζει περισσότερο «σιγή ασυρμάτου» από πλευράς των πρακτόρων παρά ξαφνική απώλεια επαφής με τους συνωμότες.
Για τις επαφές των δυο πλευρών εκείνες τις μέρες διαθέτουμε, ωστόσο, μια πρώτης τάξης πηγή: τη λεπτομερή έκθεση που ο τότε διευθυντής Α2 του ΓΕΣ, ταξίαρχος Πανουργιάς, έστειλε τον Οκτώβριο του 1967 στον αυτοεξόριστο Καραμανλή εξιστορώντας την προετοιμασία του πραξικοπήματος, τόσο από την ανώτατη στρατιωτική ηγεσία (που δεν πρόλαβε να δράσει) όσο κι από τους υφισταμένους της συνταγματάρχες (που είχαν επιφορτιστεί με τη διεκπεραίωσή του, αλλά τελικά άδραξαν την ευκαιρία για δικό τους λογαριασμό).
Στέλεχος του πρώτου μηχανισμού, ο Πανουργιάς αναφέρεται και στη βολιδοσκόπηση του αθηναϊκού κλιμακίου της CIA από τους μελλοντικούς πραξικοπηματίες τον Μάρτιο του 1967:
«Μίαν ημέραν είχομεν συνάντησιν μεθ’ ενός Ελληνικής καταγωγής αξιωματικού της Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, εις την οικίαν του Βουλευτού [Λάρισας της ΕΡΕ, Χρήστου] Κιτσίδη. Κατ’ αυτήν συνεζητήθη ποία η ενδεχομένη αντίδρασις των ΗΠΑ εις περίπτωσιν δικτατορίας. Ο εν λόγω Αμερικανός ενίσχυσεν κατά κάποιον τρόπον την άποψιν Παττακού [υπέρ του πραξικοπήματος, έστω και δίχως εντολή της ανώτατης ηγεσίας], ειπών ότι αι ΗΠΑ εφ’ όσον τηρούσαμε την αυτήν εξωτερικήν πολιτικήν, παραμέναμε εις το ΝΑΤΟ και δεν δημιουργούσαμε θέματα με Τουρκίαν θα μας εβοήθουν. Ο Παττακός ενεντυπωσιάσθη» (Αρχείο Κ. Καραμανλή, Φ.38Α, φ.8/513).
Το παραπάνω απόσπασμα πρωτοδημοσιεύθηκε αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση («Ακρόπολις» 18/8/1974), απαλείφθηκε όμως –όπως και το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης Πανουργιά– κατά τη δημοσίευση του «Αρχείου Καραμανλή» από το ομώνυμο Ιδρυμα το 1997 (τ. 7ος, σ. 18-19).
Αντί γι’ αυτό, οι επιμελητές της έκδοσης προτίμησαν ένα βολικό απόσπασμα από έκθεση κάποιου άσχετου στρατηγού, που διαψεύδει κατηγορηματικά κάθε αμερικανική ανάμιξη στο πραξικόπημα (όπ.π., σ. 26).
Ο «συντονιστής» του επίμαχου τόμου, καθηγητής Ευάνθης Χατζηβασιλείου, διατύπωσε πρόσφατα το πρωτότυπο επιχείρημα πως η CIA δεν ήταν δυνατόν να εμπλακεί στο πραξικόπημα, αφού ο Παπαδόπουλος και οι λοιποί συστασιώτες δεν μιλούσαν αγγλικά (βλ. «Ιός», 25/7/2015).
Ισχυρισμός που συνάδει απόλυτα, τόσο με την υπερατλαντική αποποίηση ευθυνών για την 21η Απριλίου όσο και με τις προσπάθειες των θιασωτών της χούντας να ντύσουν το αγαπημένο τους καθεστώς μ’ ένα επίχρισμα ανεξαρτησίας (για ένα πρόσφατο, τυπικό δείγμαΜάνος Ν. Χατζηδάκης, «Φάκελλος 21η Απριλίου», Αθήνα 2016).
Η έκθεση Πανουργιά, που ο κ. Χατζηβασιλείου γνωρίζει προφανώς πολύ καλά, αποδεικνύεται έτσι πολλαπλά διαφωτιστική.

Διάψευση ενός μύθου

Προτού γίνει ακόμη πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Ρίτσαρντ Νίξον έσπευσε να εκφράσει την υποστήριξή του στους δικτάτορες (21/6/1967) Προτού γίνει ακόμη πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Ρίτσαρντ Νίξον έσπευσε να εκφράσει την υποστήριξή του στους δικτάτορες (21/6/1967) | 
Ενας διαδεδομένος μύθος, που δεν αναπαράγεται μόνο από νοσταλγούς της δικτατορίας, θέλει την ανατροπή του Παπαδόπουλου από τον Ιωαννίδη ως αποτέλεσμα της δυσαρέσκειας των ΗΠΑ, επειδή η κυβέρνηση Μαρκεζίνη αρνήθηκε να συνδράμει την αμερικανική βοήθεια προς το Ισραήλ κατά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, τον Οκτώβριο του 1973.
Το ανυπόστατο αυτών των ισχυρισμών έχει τεκμηριωθεί πλήρως σε σχετικό άρθρο του ιστορικού Λεωνίδα Καλλιβρετάκη («Το ελληνικό δικτατορικό καθεστώς στη συγκυρία του Μεσανατολικού πολέμου του 1973», περ. «Μνήμων», 33 [2013-14], σ. 207-31).
Εξίσου αποκαλυπτική είναι όμως επ' αυτού και η πολυσέλιδη έκθεση «Η Ελλάδα υπό τον Ιωαννίδη: επιπτώσεις για τις σχέσεις ΗΠΑ-Ελλάδας», που συντάχθηκε από τη CIA με τη συνδρομή και άλλων αμερικανικών υπηρεσιών (18/4/1974).
Αναφερόμενη ειδικά στη στάση της χούντας κατά την πρόσφατη αραβοϊσραηλινή σύρραξη, η έκθεση ξεκαθαρίζει ότι ο Παπαδόπουλος υπήρξε πολύ πιο συνεργάσιμος απ’ ό,τι η Ουάσινγκτον θα μπορούσε να προσδοκά από τον διάδοχό του:
«Κατά τη διάρκεια του πολέμου του Οκτωβρίου το καθεστώς Παπαδόπουλου, ενώ υιοθέτησε μια πολιτική που δημοσίως απέκλινε από εκείνη των ΗΠΑ, υπήρξε ωστόσο μυστικά υποβοηθητικό με ποικίλους τρόπους. Για παράδειγμα, παρείχε χρήσιμα στοιχεία για τις σοβιετικές πτήσεις ανεφοδιασμού κι επέτρεψε πολύ πιο εκτεταμένη χρήση των βάσεων των ΗΠΑ στην Ελλάδα απ’ ό,τι προβλέπουν οι διμερείς συμφωνίες. Στο μέλλον δε θα μπορούμε να αναμένουμε αυτού του είδους τη συνεργασία από το καθεστώς Ιωαννίδη, εκτός αν οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες να είναι περισσότερο εξυπηρετικές σε μια γκάμα στρατιωτικών ζητημάτων» (σ. 10).

 

Τετάρτη 16 Αυγούστου 2017

Πώς και γιατί επεβλήθη η χούντα τον Απρίλη του 1967

Στην Ελλαδα στις 21 Απρίλιου 1967 επιβλήθηκε η δικτατορία της στρατιωτικοφασιστικής χούντας με την εντολή και τη βοήθεια των Αμερικανών και του «ελληνικού κατεστημένου» - οικονομικού, πολιτικού, πολιτιστικού και στρατιωτικού.
 
Ενα καθεστώς που διατηρήθηκε στην εξουσία εφτά ολόκληρα χρόνια, επέφερε σοβαρές καταστροφές στη χώρα και προξένησε «πληγές» που αιμορραγούν ακόμα, και ίσως δεν επουλωθούν ποτέ, παρά μόνο με ακρωτηριασμούς επώδυνους του εθνικού μας κορμού.
  • Εχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις, τα πρόσφατα χρόνια, για τα αίτια και τους λόγους της επιβολής της δικτατορίας. Οι περισσότερες από αυτές συμβαίνει να έχουν ένα κοινό σημείο αναφοράς και έναν κοινό στόχο. Τη διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας και τον αποπροσανατολισμό του ελληνικού λαού.
  • Οπωσδήποτε όμως η δικτατορία ήταν «έκφραση και προϊόν της πάλης των τάξεων στην Ελλάδα» και πιο συγκεκριμένα της μεγαλοαστικής τάξης, που επιβλήθηκε φυσικά με τη βοήθεια των αμερικανικών υπηρεσιών και σε συνάρτηση με τα συμφέροντα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού (στρατιωτικά, πολιτικά και οικονομικά) στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή. Και φυσικά η απόφαση εκτελέστηκε από μια ομάδα στρατοκρατών, που συνδέονταν και κατευθύνονταν από το αμερικανικό πεντάγωνο, τη CIA, το ΝΑΤΟ, το Παλάτι και τη φιλοδικτατορική Δεξιά, δυνάμεις από τις οποίες υποστηρίχτηκαν άμεσα στο «έργο» τους.
  • Επίσης μια σοβαρή ευθύνη για τη διευκόλυνση της επιβολής της δικτατορίας βαρύνει και τους λεγόμενους αποστάτες της Ενωσης Κέντρου και όχι μόνο. Από το 1964, οπόταν ηττήθηκε η αμαρτωλή Δεξιά, η Ενωση Κέντρου με μια σειρά βαριές παραλείψεις της και αντιδημοκρατικές πράξεις της, συνειδητά ή όχι βοήθησε στο να ανοιχτεί η κερκόπορτα για τη δικτατορία. Θα αναφέρουμε ενδεικτικά μόνο τη διατήρηση της αντικομμουνιστικής νομοθεσίας και του καθεστώτος των εκτάκτων μέτρων, την άρνηση εξουδετέρωσης των αντιδραστικών δυνάμεων και ξένων πρακτόρων στο στρατό και γενικά στον κρατικό μηχανισμό, αλλά και την υπονόμευση των προσπαθειών των λαϊκών δυνάμεων για εκδημοκρατισμό της χώρας και οργάνωση της αντιμετώπισης των αντιδημοκρατικών εκτροπών, που από όλα τα σημεία φαινότανε ότι προετοιμάζονταν.
«Προσοδοφόρο ακίνητο» η Ελλάδα
Ο Ελληνοκαναδός πανεπιστημιακός και ιστορικός Λευτέρης Σταυριανός σε μια ανάλυσή του για την ελληνική μεταπολεμική τραγωδία γράφει: «Οι Ελληνες επηρεάζονται πιο πολύ από τους περισσότερους λαούς γιατί είναι πιο ευάλωτοι. Η χώρα μας είναι μικρή και σε στρατηγική θέση. Ετσι, για αιώνες οι μεγάλες δυνάμεις δεν την έβλεπαν σαν εστία του ελληνικού λαού, αλλά σαν "προσοδοφόρο ακίνητο", όπως την περιέγραψε πρόσφατα Αμερικανός στρατιωτικός. Αυτό το "ακίνητο" έχει αγοραστεί και πουληθεί πολλές φορές κατά τα 150 τελευταία χρόνια. Εχει αγοραστεί από ξένους που χρησιμοποίησαν την Ελλάδα σαν πιόνι τους στη διεθνή σκακιέρα. Εχει πουληθεί από Ελληνες που συνήθως μασκαρεύονταν σε εθνικιστές, αλλά που περισσότερο ενδιαφέρονταν για τη διατήρηση της Αρχής στην Αθήνα και το άνοιγμα λογαριασμών σε ελβετικές τράπεζες, παρά για την προώθηση των συμφερόντων της πατρίδας τους. Σ' όλη αυτήν την αγοραπωλησία ο ελληνικός λαός πληρώνει πάντα το τίμημα. Και το τίμημα είναι πάντα η εκμετάλλευση από τα ξένα συμφέροντα και τα ανδρείκελά τους στην Αθήνα, στηριγμένα στις λόγχες και στο χρυσάφι των ξένων, που κατά καιρούς έχει εμφανιστεί σαν στερλίνα, σαν φράγκο, σαν μάρκο και σαν δολάριο...».
Κοιτάζοντας την ιστορία μας
Ρίχνοντας γρήγορες - έστω - ματιές στη νεότερη ιστορία μας, θα οδηγηθούμε σε διαπιστώσεις οι οποίες θα μας προσφέρουν εξηγήσεις σε όλα τα φαινόμενα της πρόσφατης, ακόμα και σύγχρονης τραγωδίας μας, την οποία επιχειρούν να καλύψουν με χρυσίζουσες επινικελώσεις οι αρχιτέκτονές της και οι παραγιοί τους. Ζούμε σε μια εξαιρετικά κρίσιμη κι ενδιαφέρουσα εποχή, όπου τα πάντα αλλάζουν, τα πάντα ανατρέπονται με ρυθμούς που ξεφεύγουν εύκολα και άνετα τον έλεγχό μας, μέσα στην οποία οι λαοί βιώνουν κάτω από νέες συνθήκες, μάχονται για εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική δικαιοσύνη, άλλοι κερδίζουν σοβαρές νίκες και άλλοι υφίστανται καταστροφικές ήττες. Ο ελληνικός λαός σημείωσε πράγματι μια μεγάλη και ιστορική νίκη, όταν κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής οργάνωσε το αντιστασιακό του κίνημα πιο αποτελεσματικά από οποιονδήποτε άλλο λαό στην Ευρώπη. «Σε πείσμα όλης της μεταπολεμικής πλύσης εγκεφάλου, παραμένει γεγονός πως το ΕΑΜ είναι το μεγαλύτερο έπος της νεότερης ελληνικής ιστορίας». Που έφερε στα βουνά της ελεύθερης Ελλάδας τη Λαοκρατία και μαζί της όνειρα για μια καινούρια πατρίδα που θα ήταν απαλλαγμένη από τις αδικίες της παλιάς. Αλλά το όνειρο δεν εκπληρώθηκε. «... Την ένδοξη Αντίσταση ακολούθησε η επέμβαση της Δύσης - του Τσόρτσιλ πρώτα, και μετά του Τρούμαν. Ετσι στην Αθήνα τα καθεστώτα των ανδρεικέλων, που στηρίζονταν στους Γερμανούς και τους Ιταλούς, τα διαδέχτηκαν νέα καθεστώτα ανδρεικέλων που τα στήριζαν οι Αγγλοι και οι Αμερικανοί...».
«Η καλύτερη διαβολο-κυβέρνηση»
Η συνθήκη συγκρότησης του νέου ελληνικού κράτους στα 1829 προέβλεπε τρεις ξένες «προστάτιδες δυνάμεις» (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) που καθόρισαν το μέγεθος του κράτους, προδιέγραφαν τη μορφή κυβέρνησής του και διατήρησαν το δικαίωμα να επεμβαίνουν για να διατηρήσουν την τάξη. Οι «προστάτιδες», όπως ήταν επόμενο, άσκησαν πολλές φορές το δικαίωμα της επέμβασης από το 1829.
  • Το 1862 έδιωξαν τον Οθωνα γιατί ήθελε να ελευθερώσει τις ελληνικές επαρχίες που παρέμεναν υπό τουρκική κυριαρχία.
  • Κατόπιν διάλεξαν το διάδοχο του Οθωνα από το παζάρι των άεργων Γερμανών πριγκίπων.
  • Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου η Αγγλία και η Γαλλία κατέλαβαν τον Πειραιά για να υποχρεώσουν την Ελλάδα να μπει στον πόλεμο στο πλευρό τους.
  • Κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ο Τσόρτσιλ έστειλε στρατό εισβολής στην Ελλάδα και διέταξε το στρατηγό Σκόμπι στην Αθήνα «... να μη διστάσει να ενεργήσει σαν να βρισκόταν σε κατεχόμενη πόλη».
  • Και όταν οι Αγγλοι δεν άντεχαν πια να στηρίζουν τις κυβερνήσεις των ανδρεικέλων τους, μπήκαν οι Αμερικανοί, πρώτα με το «Δόγμα Τρούμαν» και κατόπιν με το «Πραξικόπημα Παπαδόπουλου» στις 21 Απρίλη 1967.
Οι Αμερικανοί δικαιολόγησαν την επέμβασή τους στην Ελλάδα με το «Δόγμα Τρούμαν» σαν επιχείρηση διάσωσης της Δημοκρατίας - αν και με την τρομοκρατία της Δεξιάς δεν είχε μείνει καθόλου Δημοκρατία για να σωθεί...
Ενας Αμερικανός στρατιωτικός στάθηκε πιο τίμιος, εξηγώντας την «υποστήριξη» της κυβέρνησής του προς τον Γ. Παπαδόπουλο. «Ο Παπαδόπουλος ελέγχει το πιο χρήσιμο ακίνητο της γύρω περιοχής, ιδιόκτητη ακτή στη Μεσόγειο και τελευταία στάση των αεροπλάνων μας πριν από το Πακιστάν. Ο Γιώργος ίσως να μην είναι πολύ χαριτωμένος, αλλά τον εμπιστευόμαστε - τουλάχιστον πρέπει να τον εμπιστευόμαστε». Ενας Αμερικανός στρατηγός των δύο αστέρων εκφράστηκε ακόμα θετικότερα για τον Παπαδόπουλο και το καθεστώς του. «Είναι η καλύτερη διαλο-κυβέρνηση από τον καιρό του Περικλή» (OBSERVER, Λονδίνο 1 Ιουλίου 1973).
Στις 2 Αυγούστου 1974 οι «New York Times» αποκάλυψαν πως ο Παπαδόπουλος ήτανε έμμισθος πράκτορας της CIA από το 1952 και πως ο διάδοχός του Δ. Ιωαννίδης είχε κι αυτός στενούς δεσμούς μ' αυτή την υπηρεσία (τη CIA).
Αλήθεια, τι τραγική ειρωνεία... γιατί μια χώρα, και εν προκειμένω η Ελλάδα που έχει στο ενεργητικό της τόσο ηρωική αντίσταση ενάντια στον Αξονα, κατέληξε να γίνει η πρώτη μεταπολεμική ευρωπαϊκή δικτατορία με επικεφαλής τον Γ. Παπαδόπουλο, συνεργάτη των ναζί, ο οποίος μια και διέθετε τέτοιες ακαταμάχητες συστάσεις, κλήθηκε, μετά τον πόλεμο, στις ΗΠΑ για να εκπαιδευτεί στις μυστικές υπηρεσίες. Ο ανταποκριτής του Λονδρέζικου «Observer» αναφέρει (1 Ιούλη 1973) πως στο αρχηγείο του «U.S. Military aid Assistance group» στην Αθήνα ο Παπαδόπουλος είναι γνωστός σαν «ο πρώτος πράκτορας της CIA που έγινε πρωθυπουργός ευρωπαϊκής χώρας...».